Στην εφημερίδα Ντοκουμέντο της 9/9/2018 δημοσιεύτηκε ένα κείμενό μου με τίτλο «Το «Argo» της μεγαλονήσου». Αναφέρεται σε ένα νέο ντοκιμαντέρ που πραγματεύεται τα γυρίσματα μιας περίεργης ταινίας στην Κύπρο το 1973. Αυτό που ακολουθεί είναι η πλήρης ανάπτυξη του άρθρου που για λόγους χώρου δημοσιεύτηκε συμπυκνωμένο.
ΤΑ ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΜΕΝΤΑΚ
Στο τελευταίο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας, σε μια παράλληλη εκδήλωση και σε «παγκόσμια πρώτη» προβλήθηκε το μεγάλου μήκους ντοκιμαντέρ «Τα φαντάσματα του Πήτερ Σέλλερς». Δημιουργός του ο συνταξιούχος σκηνοθέτης του Χόλυγουντ Πήτερ Μέντακ. Ένα ντοκιμαντέρ για μια ταινία που σκηνοθέτησε ο ίδιος το 1973 αλλά δεν βγήκε ποτέ στις αίθουσες. Η ταινία είχε τίτλο « Φάντασμα το καταμεσήμερο» και πρωταγωνιστή τον Πήτερ Σέλλερς.
Η ταινία, σύμφωνα με τα τρέιλερ και τις δηλώσεις του σκηνοθέτη, παρουσιάζεται ως το προσωπικό οδοιπορικό του Μέντακ σε μια τρομερά δύσκολη στιγμή της καριέρας του: τα γυρίσματα, το 1973, μιας ταινίας εποχής με πρωταγωνιστή το διάσημο άγγλο ηθοποιό. Ο Πητερ Σέλλερς αν και εμπνευστής της ταινίας, προσπαθούσε, όπως λέει, με κάθε τρόπο να τη σαμποτάρει.
Η ταινία είχε τίτλο « Φάντασμα το καταμεσήμερο» και παρότι ολοκληρώθηκε το 1974, δεν βγήκε ποτέ στις αίθουσες. Η ταινία κυκλοφόρησε δέκα χρόνια αργότερα σε κασέτες VHS ως οικιακό βίντεο στις Ηνωμένες Πολιτείες και είκοσι χρόνια αργότερα στη Μεγάλη Βρετανία. Ουσιαστικά εξαφανίστηκε.
Τις μέρες του 1973 ο Πήτερ Μέντακ τις έχει χαρακτηρίσει ως εφιαλτικές, άσπρισαν τα μαλλιά του και έκανε πέντε χρόνια να ξεπεράσει το σοκ. Σαράντα χρόνια μετά, αποφάσισε να κάνει ένα ντοκιμαντέρ για να πει «την πραγματική ιστορία πίσω από την ταινία».
Ίσως να μην υπήρχε λόγος να ασχοληθεί κανείς για τα «φαντάσματα» του Πήτερ Μέντακ αν αυτή η ιστορία δεν συνδέονταν με μια από της πιο τραγικές στιγμές της σύγχρονης Ελλάδας και ειδικά της Κύπρου.
Η απόφαση για τη δημιουργία αυτού του υψηλού κόστους ντοκιμαντέρ (προϋπολογισμού 300 χιλιάδων δολαρίων περίπου) ανήκει στον Κύπριο παραγωγό με έδρα το Λονδίνο Paul Christian Iacovou. Χρονικά η απόφαση για το γύρισμα συμπίπτει με τη δημοσιοποίηση του πορίσματος της Κυπριακής Βουλής για τον περιβόητο Φάκελο της Κύπρου.
Στο πόρισμα η επιτροπή αφιερώνει μια ολόκληρη παράγραφο στην υπόθεση εκείνης της ταινίας: «Ακόμα πιθανολογείται ότι το καλοκαίρι του 1973 με το πρόσχημα το γύρισμα κινηματογραφικής ταινίας με πρωταγωνιστή τον αμερικανό ηθοποιό Πήτερ Σέλλερς, οι τουρκικές μυστικές υπηρεσίες είχαν προβεί στην κινηματογράφηση ακτών τόσο ανατολικά, όσο και δυτικά της πόλης της Κερύνειας. Ακόμη είχαν προβεί σε βυθοσκοπήσεις της θαλάσσιας περιοχής και έλεγχο των ναυτικών δυνάμεων που στάθμευαν στο Κάστρο της Κερύνειας. Η συγκεκριμένη ταινία παρά το μεγάλο ποσό που δαπανήθηκε ποτέ δεν προβλήθηκε στις κινηματογραφικές αίθουσες…»
Λογικά, σήμερα, κάποιος περιμένει μια απάντηση από τον Πήτερ Μέντακ σε όλα αυτά που αναφέρονται στον φάκελο της Κύπρου.
Έτυχε να ασχοληθώ με αυτή την υπόθεση το 2006 όταν σε μια συζήτηση με τον βετεράνο τεχνικό του κινηματογράφου Στέφανο Αλεξάνδρου, μου ανέφερε ότι ανάμεσα στις ταινίες που δούλεψε ήταν και μια στην Κύπρο που είχε χρηματοδοτηθεί από τη CIA! Η πρώτη αντίδραση ήταν να θεωρηθεί αυτή η δήλωση ως παραδοξολογία (διόλου ασυνήθιστη στους κινηματογραφικούς κύκλους) ή ως μια ακόμα θεωρία συνομωσίας.
Τα πράγμα άρχισαν να αλλάζουν όταν διαπίστωσα ότι αυτή η αντίληψη ήταν ευρέως διαδεδομένη στην Κύπρο και κυκλοφορούσε σαν κοινό μυστικό: η ταινία ήταν μια συγκαλυμμένη επιχείρηση ξένων μυστικών υπηρεσιών στην προετοιμασία της εισβολής του τουρκικού στρατού. Όλα αυτά ενισχύονταν από το γεγονός ότι η πλειοψηφία των γυρισμάτων έγινε στην Κερύνεια και τα περισσότερα από αυτή στο ίδιο σημείο που έγινε η τουρκική απόβαση 6 μήνες αργότερα, στο Πέντε Μίλι!!!
Προσπαθώντας να ερευνήσω που βρίσκεται η αλήθεια και που ο μύθος, με προοπτική να κάνω ένα ντοκιμαντέρ, μπήκα σε ένα δαίδαλο αναζητήσεων όπου κάποια στόματα άνοιγαν, αλλά πολλές πόρτες έκλειναν με θόρυβο, ενώ τα ερωτήματα μέρα τη μέρα πολλαπλασιάζονταν. Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα.
Ερωτήματα
- Ποιά είναι η εταιρία παραγωγής της ταινίας «Φάντασμα το καταμεσήμερο»;
Ο σκηνοθέτης Πήτερ Μέντακ δηλώνει κατηγορηματικά (συνέντευξη στη Γκάρντιαν 11/8/2018) ότι ήταν παραγωγή της αμερικάνικης εταιρίας Columbia Pictures. Το ίδιο υποστηρίζει σε παλιότερη συνέντευξή του ο Tony Christodoulou που δούλεψε για τις δημόσιες σχέσεις της ταινίας.
Η μεγάλη κινηματογραφική ιντερνετική πλατφόρμα IMDB παρουσιάζει μια παραλλαγή αυτού. Λέει ότι πρόκειται για μια ανεξάρτητη παραγωγή που έγινε για λογαριασμό της Columbia Pictures. Αλλά στους καταλόγους της Columbia Pictures η συγκεκριμένη ταινία δεν υπάρχει. Ας σημειωθεί ότι τη δεκαετία του ’70 η εταιρία ήταν στα πρόθυρα χρεωκοπίας. Σαν συνέπεια αυτού το 1982 εξαγοράστηκε από την Coca Cola και αργότερα από τη Sony.
Στους τίτλους της ταινίας (από το αντίγραφο που έχουμε στα χέρια μας) ως παραγωγοί εμφανίζονται τρεις αγγλικές εταιρίες με ελάχιστο ή και ανύπαρκτο κινηματογραφικό έργο, οι WORLD FILM SERVICES η CAVALCADE FILMS και η HERON SERVICE COMPANY.
Όταν όμως στο τέλος των γυρισμάτων, αρχές Δεκεμβρίου 1973, ο κύπριος επιχειρηματίας Άντης Λεοντιάδης στρέφεται δικαστικά ενάντια στην παραγωγή προβάλλοντας οικονομικές απαιτήσεις, η μήνυση δεν στρέφεται σε κάποια από αυτές τις τρεις αλλά κατά της Κάβαλετ Φιλμς Λτδ!
Όταν έθεσα το ερώτημα στον γνωστό έλληνα διευθυντή παραγωγής που δούλεψε γι αυτή την ταινία, Δημήτρη Δημητριάδη, για το ποια ήταν τελικά η εταιρία παραγωγής μου απάντησε ότι αυτή άλλαξε κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων όταν η μια πούλησε τα δικαιώματά της στην άλλη. Αυτή η ιστορία θύμισε τα λαθρεμπορικά πλοία που εν πλω αλλάζουν ιδιοκτήτη και όνομα και οι διωκτικές αρχές χάνουν τα ίχνη τους.
Πάντως, στην προετοιμασία των γυρισμάτων, οι πρώτες επαφές στην Ελλάδα με τον Δημήτρη Δημητριάδη έγιναν από την CAVALCADE FILMS και στην Κύπρο με τον κινηματογραφιστή Κώστα Φαρμακά από την World Wide Distribution. Άγνωστο αν αυτή η τελευταία ταυτίζεται με την WORLD FILM SERVICES των τίτλων.
Όποιοι και να ήταν οι παραγωγοί δεν φάνηκε να στεναχωρήθηκαν ιδιαίτερα για την απώλεια 2 ή 2,6 εκατομμυρίων δολαρίων που λέγεται ότι στοίχισε αυτή η ταινία.
Ένα επιπλέον ερώτημα είναι ποιος έχει σήμερα τα δικαιώματα της ταινίας.
- Γιατί η Κύπρος;
Αναπάντητο θα παραμείνει το ερώτημα γιατί επελέγη η Κύπρος ως χώρος γυρισμάτων. Το σενάριο της ταινίας στηρίχτηκε στο ομότιτλο μυθιστόρημα για παιδιά ηλικίας 9 έως 12 ετών του Sid Fleischman που κυκλοφόρησε το 1965. Πρόκειται για μια πειρατική περιπέτεια του 17ου αιώνα (όχι κωμωδία) που διαδραματίζεται στην Καραϊβική. Γιατί μεταφέρθηκε η δράση της στη Μεσόγειο; Άραγε για οικονομικούς λόγους;
Σε αυτή την περίπτωση γιατί δεν έγιναν τα γυρίσματα στα πλήρως εξοπλισμένα στούντιο της Μάλτας όπου έχουν γυριστεί οι περισσότερες πειρατικές ταινίες. Μήπως η χρήση των φυσικών χώρων θα ήταν πιο φτηνή;
Ακόμη και ο ίδιος ο Πήτερ Μέντακ θέτει το ερώτημα (συνέντευξη στην εφημερίδα Πολίτης της Κύπρου 14/07/2015) και προκρίνει τους οικονομικούς λόγους.
«Είναι μια ιδέα παρανοϊκή για κάποιον που δουλεύει στον κινηματογράφο. Είναι αδύνατον να κάνεις γύρισμα στη θάλασσα». Το γύρισμα ήταν ένας εφιάλτης, καθώς τα σκάφη δεν έμεναν ποτέ στο ίδιο σημείο λόγω των κυμάτων, με την ακτή να παρεισφρέει συνεχώς στο πλάνο ακόμα και σε στιγμές όπου η δράση λάμβανε χώρα στην ανοικτή θάλασσα.»
Από την άλλη μεριά, αντίστοιχοι φυσικοί χώροι όπως αυτοί της Κύπρου υπάρχουν σε όλη τη Μεσόγειο. Ακόμη και στην Ελλάδα όπου έγιναν οι εργασίες μετατροπής ενός ξύλινου σκαριού σε πειρατικό εποχής με ευθύνη του Δημήτρη Δημητριάδη.
Τα οικονομικά όμως δεν φαίνεται να αποτελούσαν πρόβλημα για τους παραγωγούς της. Το χρήμα έρρεε άφθονο. Τόσο ο κύπριος κινηματογραφιστής Κώστας Φαρμακάς που δούλεψε ως φροντιστής στην ταινία, όσο ο Ελλαδίτης γκάφερ Στέφανος Αλεξάνδρου αλλά και ο Κύπριος τεχνίτης Τάκης Χριστοδουλίδης που δούλεψε για κατασκευές και επισκευές του πειρατικού πλοίου, σε κινηματογραφημένες συνεντεύξεις που έδωσαν για την ταινία μου, αναφέρονται σε πάμπολλες περιπτώσεις όπου οι παραγωγοί πλήρωναν αγόγγυστα τις παράλογες, πολλές φορές, απαιτήσεις Κυπρίων που πρόσφεραν υπηρεσίες ή αντικείμενα.
Ο Τάκης Χριστοδουλίδης το πάει λίγο παραπέρα: «Περνούν από το μυαλό μου, διασταυρώνω αυτά τα πράματα και λέω αυτό ήτανε ένα παιχνίδι που μας έπαιξαν οι άγγλοι δίχως να τους καταλαβαίνουμε. Να μας κλείσουν τα μάτια μπορώ να σου πω. Να μην καταλαβαίνουμε τίποτα. Με τα λεφτά. Σκορπούσαν πολλά λεφτά. Μα πολλά.»
Σύμφωνα με τον Κώστα Φαρμακά το κόστος γυρισμάτων στην Κύπρο ανήλθε στο ενάμιση εκατομμύριο λίρες. Δούλεψε ένα συνεργείο 110 ατόμων ενώ χρησιμοποιήθηκαν εκατοντάδες κομπάρσοι.
- Γιατί όχι η Κύπρος;
Τα γυρίσματα της ταινίας είχαν προγραμματιστεί να γίνουν στα τέλη του καλοκαιριού του 1973 και θα κρατούσαν δυο με τρεις μήνες. Ακόμη κι αν ήταν πιο οικονομική λύση η πάντα ακριβή Κύπρος, κανένας σώφρων παραγωγός δεν θα αποτολμούσε ένα τέτοιο εγχείρημα. Το νησί ήταν ένα ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί. Για να αναφερθεί κανείς με λεπτομέρειες σε όσα συνέβαιναν στην Κύπρο το 1973 θα χρειαστεί πολλές σελίδες. Ας τα δούμε συνοπτικά:
Οι ενδοκοινοτικές συγκρούσεις ήταν σχεδόν καθημερινό φαινόμενο και οι απειλές της Τουρκίας για ένοπλη επέμβαση στο νησί προκειμένου να υπερασπίσει του ομοεθνείς της υπήρχαν ήδη από το 1964 αλλά τώρα πολλαπλασιάζονταν.
Αλλά και στο εσωτερικό της ελληνικής κοινότητας βρισκόταν σε εξέλιξη μια μεγάλη σύγκρουση. Η ΕΟΚΑ Β με επικεφαλής το στρατηγό Γ. Γρίβα είχε κορυφώσει τον αγώνα το 1973 για τη δολοφονία του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου την κατάληψη της εξουσίας με πραξικόπημα και τη μονομερής ανακήρυξη της ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα.
Τον Απρίλιο του 1973 ο Μακάριος δημιούργησε μια απόλυτη πιστή σε αυτόν μικτή στρατικοαστυνομική δύναμη που ονομάζονταν «Εφεδρικό», καθώς δεν είχε εμπιστοσύνη ούτε στην αστυνομία ούτε στην Εθνοφρουρά, κι η αντιπαράθεση οξύνθηκε. Η Λευκωσία αναστατωνόταν κάθε νύχτα από εκρήξεις βομβών. Οι ένοπλες επιθέσεις σε αστυνομικά τμήματα από την ΕΟΚΑ Β σε όλη τη χώρα ήταν σχεδόν καθημερινό φαινόμενο. « Όλα έδειχναν, ότι η ελληνοκυπριακή κοινότητα όδευε προς τον εμφύλιο πόλεμο», γράφει ο Μιχάλη Δεγλερής.
Ειδικά τον Ιούλιο του 1973, όπως μου είπε το δεξί χέρι του Γρίβα, ο δημοσιογράφος Σπύρος Παπαγεωργίου (κινηματογραφημένη συνέντευξη), «εγίνοντο σκέψεις και σχέδια εκτελέσεως υπουργών του Μακαρίου…». Στις 27 Ιουλίου οργανώνεται η απαγωγή του υπουργού Χρίστου Βάκη από την ΕΟΚΑ Β’ . Όλο τον Αύγουστο οι κυπριακές εφημερίδες είναι γεμάτες με αναφορές για σχέδια δολοφονίας του Μακαρίου τα οποία βρίσκονται σε εξέλιξη.
Στις 12 Αυγούστου 1973 η Κυπριακή εφημερίδα «Φιλελεύθερος» γράφει στην πρώτη σελίδα ότι «…τα τουρκικά στρατεύματα ευρίσκονται εις πλήρη συναγερμόν και είναι έτοιμα να επέμβουν προς κατάληψιν της επαρχίας Κυρηνείας …» Ακριβώς στην περιοχή δηλαδή που είχε επιλεγεί να γίνουν σχεδόν όλα τα γυρίσματα της ταινίας με τον Peter Sellers!
Αλλά και η μέση Ανατολή ετοιμάζεται να εκραγεί. Την 15η Σεπτεμβρίου 1973 (ημερομηνία που συμπίπτει με την έναρξη των γυρισμάτων) έχουν επιλέξει οι στρατηγοί της Αιγύπτου να ξεκινήσει η μεγάλη επίθεση της Αιγύπτου ενάντια στο Ισραήλ για την ανακατάληψη της ερήμου του Σινά.
Τελικά η επίθεση των Αράβων εκδηλώνεται στις 6 Οκτωβρίου, τη μέρα της εβραϊκής γιορτής του Γιόμ Κιπούρ. Φλέγεται όλη η Μέση Ανατολή. Η εμπλοκή των δυτικών δυνάμεων αλλά και της Ρωσίας σε αυτό τον πόλεμο φέρνει την ανθρωπότητα στο χείλος μιας πυρηνικής καταστροφής. Οι αγγλικές στρατιωτικές βάσεις στην Κύπρο συμμετέχουν ενεργά σε αυτήν την πολεμική αναμέτρηση.
Κι ενώ ο πόλεμος του Γιομ Κιπούρ βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη στις 7 Οκτωβρίου εκδηλώνεται η πιο σοβαρή απόπειρα δολοφονίας κατά του Μακαρίου. Παγιδεύεται με εκρηκτικά ο δρόμος απ όπου θα περνούσε η αυτοκινητοπομπή του Κυπρίου προέδρου αλλά η έκρηξη σημειώνεται πρόωρα κι ο Μακάριος γλιτώνει.
Δέκα μέρες αργότερα, στις 17 Οκτωβρίου, οι Αραβικές χώρες κηρύσσουν εμπάργκο πετρελαίου ενάντια σε όσες χώρες υποστήριξαν το Ισραήλ κι έτσι ξεκινά η πρώτη πετρελαϊκή κρίση. Η ολοκλήρωση των γυρισμάτων του «Φαντάσματος το Καταμεσήμερο» συμπίπτει με την ανατροπή του δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλου στην Ελλάδα, στις 25 Νοεμβρίου, από τον Γ. Ιωαννίδη. Αυτή η ανατροπή σηματοδοτεί της έναρξη της τελικής φάσης για την ανατροπή του Μακαρίου.
- Γιατί ήταν εφιάλτης;
Είναι γεγονός ότι τα γυρίσματα της ταινίας δεν ξεκίνησαν κάτω από τις καλύτερες προϋποθέσεις. Λίγο πριν ή λίγο μετά έπεσαν βροχή η παραιτήσεις σημαντικών στελεχών της ταινίας. Σε επιστολή που μου έστειλε ο Πήτερ Μέντακ αναφέρει: «Ο Ben Kadish και ο Tommy Clayed (οι παραγωγοί) απολύθηκαν την τρίτη μέρα καθώς και ο Larry Pizer, αυτό ο εξαίρετος Διευθυντής Φωτογραφίας». Παρ ότι απομακρύνθηκαν νωρίς, τα ονόματά τους υπάρχουν στους τίτλους της ταινίας!
Ανάμεσα σε αυτούς που παραιτήθηκαν είναι και ο Δημήτρης Δημητριάδης. Αυτό έγινε όταν δυο έλληνες τεχνικοί, από τα δέκα περίπου άτομα που έστειλε στη Κύπρο, τα παράτησαν κι έφυγαν. Στη συνάντηση που είχε μαζί τους στην Αθήνα, του μίλησαν για «σημεία και τέρατα» που συνέβαινα εκεί.
Θορυβημένος ο Δημητριάδης έσπευσε στην Κύπρο με βασική επιδίωξη να «σβήσει» το όνομά του από την κυριότητα του πλοίου καθώς το είχε αγοράσει στο όνομά του στην Ελλάδα. Φοβήθηκε ότι μπορεί να είχε μπλεξίματα. Όσα είδε στην Κύπρο και στους χώρους των γυρισμάτων τον θορύβησαν. Έκρινε σκόπιμο ότι έπρεπε να ενημερώσει τις αρχές και έτσι απευθύνθηκε στον έλληνα πρέσβη στη Λευκωσία Ευστάθιο Λαγάκο. Ο Λαγάκος τον καθησύχασε λέγοντας του ότι έχουν ανθρώπους των μυστικών υπηρεσιών (της ΚΥΠ) που παρακολουθούσαν από κοντά τα γυρίσματα της ταινίας.
Ας μείνουμε στο όνομα του Ben Kadish, μεγάλου παραγωγού του Χόλυγουντ. Πριν καν ξεκινήσει το «πειρατικό» πλοίο από την Ελλάδα για να πάει στο χώρο των γυρισμάτων, Ιούνιο με Ιούλιο του 1973, πήρε τηλέφωνο τον Δημήτρη Δημητριάδη και του ζήτησε να βουλιάξει το πλοίο προκειμένου να ματαιωθεί η ταινία. Ως αμοιβή θα έπαιρνε τα ασφάλιστρα του πλοίου, καθώς ήταν στο όνομά του. Ο Δημήτρης Δημητριάδης λέει ότι αρνήθηκε να προβεί σε αυτή την ενέργεια γιατί υπήρχε κίνδυνος να υπάρξουν θύματα ανάμεσα στα μέλη του πληρώματος.
‘Έτσι το πλοίο έφτασε στην Κύπρο και άραξε στο λιμάνι της Κερύνειας περιμένοντας τον Πήτερ Σέλλερς ο οποίος έφτασε στις 5 Σεπτεμβρίου. Το άτομο που ήταν ο βασικός υπεύθυνος για τον «εφιάλτη» του Πήτερ Μέντακ.
Πράγματι ο Σέλερς δεν ήταν καθόλου συνεπής στα όρντινο κι αυτό επιβεβαιώνεται από όλους τους αυτόπτες μάρτυρες. Εμφανιζόταν όποτε ήθελε. Αλλά κι όταν εμφανιζόταν ήταν ανίκανος να φέρει σε πέρας μια σκηνή. Σύμφωνα με τον Μέντακ είχε χάσει την εμπιστοσύνη του στην ταινία γι αυτό προσπαθούσε να τη σαμποτάρει. Υπάρχουν όμως μαρτυρίες που δίνουν μιαν άλλη οπτική.
Ο Γιάννης Κλεάνθους ήταν ο φύλακας του Κάστρου της Κερύνειας από τη μεριά της αρχαιολογικής υπηρεσίας. Και κατοικούσε μέσα σ αυτό.
«Θυμάμαι μια σκηνή που ήταν να απελευθερώσουν έναν κρατούμενο από τις φυλακές. Χρησιμοποιούσαν ένα δωμάτιο εκεί στην είσοδο του φρουρίου και δεν μπορούσαν να πείσουν τον Πήτερ Σέλλερς να πάρει μέρος. Δεν ήθελε να λάβει μέρος. Κι εγώ τους άκουγα, γιατί το δωμάτιό μου ήταν από πάνω, και λέγαν αν δεν πείσουμε τον Πήτερ δεν θα κάνουμε τίποτε. Και λέει ένας, δώστου λίγα ποτά, να μπει σε κέφι και να έρθει να κάνει αυτή τη σκηνή. Ολόκληρη τη βδομάδα, παίρναν άλλοι τη θέση του, δεν πετύχαινε. Θυμάμαι ένα βράδυ που άκουσα από πάνω να λένε, τον έχουμε τώρα. Κι ήρθε ο Πήτερ Σέλλερς, έκανε τη σκηνή, εξουδετέρωσε τους φρουρούς και ελευθερώσαν τον κρατούμενο.»
Το τι είδους ποτά «έπινε» ο Πήτερ Σέλλερς το αποκάλυψε σε ανύποπτο χρόνο η φίλη και μάνατζερ του συμπρωταγωνιστή του Σπάικ Μίλιγκαν, Norma Farnes στην αφήγησή της Spike: An Intimate Memoir. Αναφερόταν σε ένα περιστατικό όπου στη μέση των γυρισμάτων της ταινίας ο Σέλλερς αποφάσισε να γυρίσει και ένα διαφημιστικό για τα τσιγάρα «Benson and Hedges». Το διαφημιστικό γυρίστηκε στο κτίριο του παλιού τελωνείου της Κερύνειας. Όταν ο σκηνοθέτης της ταινίας και του διαφημιστικού Πήτερ Μέντακ ζήτησε από τον Σέλλερς να πάρει στα χέρια του ένα πακέτο από τα διαφημιζόμενα τσιγάρα, αυτός αρνήθηκε κατηγορηματικά. Ήταν πρόεδρος, λέει, της Αντικαπνικής Ένωσης και αυτό απαγορευόταν ρητά!
Σχολιάζοντας το γεγονός η Norma Farnes γράφει: «Κατόπιν, αναρωτήθηκα γιατί είχα ξεχάσει να ρωτήσω τον Pete για όλες τις ναρκωτικές ουσίες που κάπνισε. Δεν ήταν στους απαγορευτικούς όρους της αντικαπνιστικής ένωσης;»
Όλοι γνώριζαν ότι ανάμεσα στα μέλη του συνεργείου γινόταν μεγάλη διακίνηση ναρκωτικών. Τα έφερναν με ταχύπλοα από την Τουρκία.
- Το κάστρο
Στο Κάστρο της Κερύνειας την εποχή εκείνη δεν ήταν τουριστικό αξιοθέατο, όπως είναι σήμερα. Όπως είναι γνωστό στο εσωτερικό του φιλοξενεί το μοναδικό Πλοίο της Κερύνειας, αρχαίο σκαρί πλοίου του 4ου αιώνα π.Χ. ‘Ήταν ναυτική βάση και έδρα του ναυτικού διοικητή του νησιού. ‘Έξω από αυτό ελλιμενίζονταν οι δυο μοναδικές τορπιλάκατοι της Κυπριακής Δημοκρατίας (με τραγική κατάληξη τη μέρα της εισβολής), στα υπόγειά του βρίσκονταν αποθήκες πολεμικού υλικού, ήταν οχυρωμένο με πολυβόλα και απαγορεύονταν στον οποιονδήποτε η είσοδος.
Κι όμως, αυτό το Κάστρο αποτέλεσε ντεκόρ σε πολλά γυρίσματα. Οι τορπιλάκατοι μετακινήθηκαν, τα πολυβόλα αφαιρέθηκαν και η είσοδος ανθρώπων, ανάμεσα στους οποίους εκατοντάδες κομπάρσοι, έγινε ανεξέλεγκτη. Ο διοικητής του Ναυτικού ήταν έξω φρενών με αυτή την κατάσταση. Ποιος έδωσε την άδεια;
Ο φύλακας του Κάστρου Γιάννης Κλεάνθους θυμάται (κινηματογραφημένη συνέντευξη): «Ο διοικητής του Ναυτικού, ήταν ένας πολύ αυστηρός διοικητής, είχε τρελαθεί. «Δε μ αρέσει αυτό» έλεγε. «Δεν έπρεπε να τους δοθεί άδεια από το τμήμα αρχαιοτήτων» Το τμήμα αρχαιοτήτων είπε, εμείς δεν έχουμε καμία ένσταση, εξαρτάται από το διοικητή του Ναυτικού.»
Τελικά ποιος είχε δώσει την άδεια;
- Οι ακτές
Τα βόρεια παράλια της Κύπρου αποτελούσαν την κύρια αμυντική γραμμή του νησιού καθώς εδώ αναμένονταν η απόβαση των τουρκικών δυνάμεων. Η Κυπριακή Εθνοφρουρά και η πλειοψηφία των ελλαδικών δυνάμεων ήταν εγκατεστημένες σε στρατόπεδα και φυλάκια σε όλη την ακτογραμμή. Η Εθνοφρουρά απαγόρευε ακόμη και τη λήψη φωτογραφιών στους τουρίστες.
Ο ερχομός του πολυπληθούς κινηματογραφικού συνεργείου άλλαξε τα δεδομένα. Περίπου 45 ενοικιαζόμενα αυτοκίνητα της παραγωγής, φορτηγά, τζιπ κλπ. αλώνιζαν καθημερινά την περιοχή χωρίς περιορισμούς. Πάνω από πέντε ταχύπλοα σκάφη και βάρκες πηγαινοέρχονταν στα παράλια. Η απαγόρευση λήψεων ξεχάστηκε.
Ο χώρος που κινήθηκε το κινηματογραφικό συνεργείο ήταν κυρίως από την Κερύνεια και δυτικά προς Πέντε και Έξι Μίλι. Ελάχιστα γυρίσματα έγιναν στα ανατολικά και ένα μόνο στην Αμμόχωστο. Στο Πέντε Μίλι έγινε η απόβαση το 1974.
Επιπλέον κοντά στο Πέντε Μίλι, μια χαρουπαποθήκη μετατράπηκε σε στούντιο. Εκεί στήθηκε το σκηνικό του εσωτερικού του πειρατικού πλοίου. «Ήταν στο δρόμο προς Πέντε Μίλι, στα αριστερά. Ενοικιάσαμε τις παράγκες κι εκεί είχαν χτίσει αυτό το πράμα», λέει ο Κώστας Φαρμακάς.
Κοντά στο Οχτώ Μίλι έστησαν το ντεκόρ ενός ιρλανδικού (!) χωριού. Στοίχισε πολλά χρήματα γιατί κουβάλησαν τόνους ξυλείας. Τελικά το χωριό εμφανίζεται στην ταινία σε ένα γενικό πλάνο για 5 δευτερόλεπτα!!!
Στην περιοχή του Καραβά, κοντά δηλαδή στην ακτή Πέντε και Έξι Μίλι βρίσκονταν μια αμερικάνικη βάση, ο σταθμός FΒΙS (Foreign Broadcast Information Service) της CΙΑ που λειτουργούσε από το 1949. Φυλάσσονταν από επίλεκτο σώμα πεζοναυτών. Εκτός όμως από παρακολουθήσεις η CΙΑ ανέπτυσσε εδώ κάποια ιδιαίτερη δραστηριότητα.
Ο κύπριος δημοσιογράφος Άντρος Παυλίδης στο βιβλίο του «Φάκελος Κύπρος, Άκρως Απόρρητον» δημοσιεύει ένα σημαντικό ντοκουμέντο που αποκαλύπτει ότι στη βάση γινόταν εκπαίδευση πρακτόρων στρατολογημένων από τους πιο φανατικούς τουρκοκύπριους παραστρατιωτικούς για «ανατρεπτικές ενέργειες». Το πεδίο δράσης αυτών των πρακτόρων δεν θα ήταν μόνο η Κύπρος αλλά και κάποιες αραβικές χώρες. Η αναφορά γράφτηκε τον Απρίλιο του 1965.
- Το ελικόπτερο
Το ελικόπτερο χρησιμοποιήθηκε για αερολήψεις. Άγνωστο πόσες μέρες χρησιμοποιήθηκε. Ο Δημήτρης Δημητριάδης, όταν πήγε στην Κύπρο, άκουσε το σκηνοθέτη της ταινίας να του παραπονιέται για την ατζαμοσύνη των εργαστηρίων εμφάνισης των αρνητικών στο Λίβανο. Σηκώνεται, λέει, το ελικόπτερο με δέκα κουτιά φιλμ και μου επιστρέφουν τα τρία. Τα υπόλοιπα έχουν καταστραφεί στα εργαστήρια.
- Το πλοίο
Το πειρατικό πλοίο, αφού τα γυρίσματα γίνονταν εν πλω, ξεκινούσε κάθε μέρα από το λιμάνι της Κερύνειας και κατευθύνονταν προς τα δυτικά. Πάνω σε αυτό επέβαιναν οι ηθοποιοί, το κινηματογραφικό συνεργείο και άλλοι τεχνίτες.
Ο Τάκης Χριστοδουλίδης λέει: «Όταν ανέβαιναν οι ηθοποιοί, 10-20 άτομα πάνω στο καράβι μπορούσαν να μπουν και άλλοι 30-40 άγγλοι, διάφοροι, που φορούσαν μια στολή ναύτη αλλά δεν ξέρεις το ρόλο που παίζανε. Δεν μπορούσες να ξέρεις.»
Ο Στέφανος Αλεξάνδρου βρισκόταν σε βοηθητικό πλοιάριο έχοντας την ευθύνη των γεννητριών που παρήγαγαν ασταμάτητα ρεύμα για τις φωτιστικές ανάγκες της ταινίας. Ο Στέφανος Αλεξάνδρου θυμάται ότι δυο τρία άτομα εγκατεστημένα στην πλώρη του πλοίου ερευνούσαν με μηχανήματα το βυθό μην τυχόν αυτό βρει σε καμία ξέρα και σταματήσει το γύρισμα. Σίγουρα μια μεγάλη παραγωγή το φροντίζει κι αυτό. Επίσης θυμάται ότι η πορεία του πλοίου ήταν παράλληλη προς την ακτή, τη μια μέρα στα εκατό μέτρα, τη δεύτερη στα διακόσια και πάει λέγοντας.
Κατά περίεργο τρόπο αυτή την πληροφορία έρχεται να επιβεβαιώσει ένα περίεργο δημοσίευμα της Κυπριακής εφημερίδας ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ (14 Σεπτεμβρίου 1973). Πρόκειται για ένα ελάχιστα δημοσιογραφικό κείμενο με τη μορφή κειμενολεζάντας που συνοδεύει μια φωτογραφία του πειρατικού.
«Στις ακτές της Κερύνειας «περιπολούσε» καθ όλη την ημέρα «Το σπαθί του Προφήτη», το γνωστό «πειρατικό» καράβι της ταινίας του Πήτερ Σέλλερς «Φάντασμα στον μεσημεριάτικο ήλιο». Το πλοίο με ολάνοικτα τα πελώρια πανιά του και με ταχύτητα των πέντε μιλίων την ώραν , εκινείτο παραλλήλως προς την ακτήν εις τα πλαίσια της ενάρξεως του γυρίσματος της ταινίας.»
Το παράδοξο στην ιστορία είναι ότι για πρώτη και τελευταία φορά εμφανίζεται το όνομα του πλοίου. Στα νηολόγια ήταν εγγεγραμμένο ως «Σάντα Μπάρμπαρα». Από πού προέρχεται το «Σπαθί του Προφήτη»; Επεδίωξα να μεταφράσω μια αραβική επιγραφή που βρισκόταν ζωγραφισμένη στο πειρατικό. Ούτε άραβες από το Λίβανο αλλά ούτε και καθηγητές των φαρσί στο Ιράν μπόρεσαν να τη διαβάσουν. Ήταν απλώς μια ζωγραφιά με γράμματα που έμοιαζαν αραβικά.
«Το σπαθί του Προφήτη», ήταν άραγε η κωδική ονομασία κάποιας επιχείρησης;
- Ο Καπετάνιος
Ο Πήτερ Μέντακ, στη συνέντευξή του στον Γκάρντιαν λέει ότι ένας από τους λόγους καθυστέρησης των γυρισμάτων, πέρα από την δυστροπία του Πήτερ Σέλλερς ήταν και ο καπετάνιος του πειρατικού. Ήταν τόσος μέθυσος που στούκαρε το πλοίο!
Ο καπετάνιος του πλοίου, ο Ελλαδίτης Βασίλης Μούγιος, και πότης και χαρτοπαίχτης ήτανε αλλά όχι αδέξιος. Ήταν έμπειρος καπετάνιος, ειδικευμένος στα πλοία με ιστία. Βέβαια είχε μια περίεργη συμπεριφορά. Ο Τάκης Χριστοδουλίδης θυμάται:
«Προς το τέλος αυτός ο καπετάνιος συνεχώς προσπαθούσε να κάνει φθορές στο πλοίο για να πάει περισσότερο καιρό η ταινία για να παίρνει λεφτά. Έτσι το είχα αντιληφτεί . Διότι το εσιάζαμε τη μια μέρα, την άλλη μέρα χαλούσε. Δεν ξέρω, ήταν συνεννοημένος αυτός; Ήταν πολύ παμπόνηρος άνθρωπος.»
Ο Βασίλης Μούγιος είναι ένα τα πιο σκοτεινά πρόσωπα αυτής της ιστορίας. Και διόλου τυχαίο. Όταν λίγους μήνες αργότερα συνελήφθη από την κυπριακή αστυνομία απεκαλύφθη ότι «Ούτος είναι κουμπάρος με τον γνωστόν έλληνα εφοπλιστήν κ. Ποταμιάνον ο οποίος και εβάπτισε τέκνον του.» Έτσι έγραψαν οι εφημερίδες τότε.
Στο λιμάνι της Κερύνειας έκανε παρέα με έναν ρακένδυτο τύπο, τουρκικής καταγωγής, που έβγαζε τα προς το ζην κάνοντας θελήματα στους κατόχους των ελλιμενισμένων σκαφών. Επεδίωξε να κάνει και κάποια μεροκάματα ως κομπάρσος στην ταινία. Όταν έγινε η εισβολή και κατελήφθη η Κερύνεια, τον είδαν με έκπληξη να κυκλοφορεί με στολή αξιωματικού του τουρκικού στρατού!
Σύμφωνα με τη μαρτυρία της χήρας του Βασίλη Μούγιου, Χρυσούλα, (ηχογραφημένη τηλεφωνική συνομιλία) ό άντρας της είχε αναπτύξει καλές σχέσεις με αυτόν τον «άνθρωπο του λιμανιού». Ο καπετάνιος διέμενε μαζί με τη γυναίκα του στο ξενοδοχείο El Greco, πάνω στο λιμάνι. Κι αυτός ο φίλος, θυμάται, τους είχε συστήσει να φύγουν το συντομότερο από την περιοχή γιατί κινδύνευαν.
Παρά τη συμβουλή του «φίλου», ο Βασίλης Μούγιος παρέμεινε στην Κερύνεια ακόμη κι όταν τέλειωσε η ταινία. Άγνωστο τι δουλειές είχε. Αυτό αποκαλύφθηκε τον Φεβρουάριο του 1974 όταν, μετά το θάνατο του Γ. Γρίβα (27 Ιανουαρίου) σε συνεργασία με τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες εκλήθη να απομακρύνει μυστικά από την Κύπρο τον καταζητούμενο υπαρχηγό της ΕΟΚΑ Β, και υποψήφιο αντικαταστάτη του, συνταγματάρχη Γεώργιο Καρούσσο, οδηγώντας ένα αγγλικής ιδιοκτησίας ταχύπλοο.
Κατά την επιστροφή του στην Κύπρο συνελήφθη για παράνομη εισαγωγή όπλων! Νομικός υπερασπιστής του Μούγιου ανέλαβε ο κύπριος δικηγόρος Ευστάθιος Ευσταθίου, ο οποίος, παράλληλα ήταν σύμβουλος του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου! Έκπληξη! ‘Επιδιώκω επαφή μαζί του. Από το γραφείο της ΕΔΕΚ στη Λευκωσία και παρουσία μου επικοινωνεί μαζί του ο Βάσος Λυσσαρίδης. Ο Ευσταθίου επιβεβαιώνει τη συμμετοχή του στην υπόθεση. Αναφέρει επίσης ότι υπήρξε επαφή του Μακαρίου με τον Μούγιο κι ο τελευταίος του αποκάλυψε πράγματα. Δε γνωρίζουμε ποια. Γνωρίζουμε όμως ότι λίγες μέρες αργότερα ο Μακάριος κατήγγειλε δημόσια τον Ποταμιάνο ως χρηματοδότη της ΕΟΚΑ Β , ο οποίος παράλληλα κηρύχθηκε πρόσωπο ανεπιθύμητο στην Κύπρο.
Για τον Έλληνα εφοπλιστή έχει γραφτεί, χωρίς να διαψευστεί, ότι αποτελούσε συνδετικό κρίκο στην αλυσίδα CIA- Τόμ Πάπας – Ποταμιάνος – Μαστροκόλιας- ΕΟΚΑ Β.
Ο Βασίλης Μούγιος ελευθερώθηκε και επέστρεψε στην Ελλάδα.
Σήμερα ο Πήτερ Μέντακ λέει ότι τα παρασκήνια εκείνης της ταινίας «ήταν πιο αστεία από την ίδια την ταινία»!
- Η δική μου ταινία;
Η δική μου ταινία θα είχε τίτλο «Φαντάσματα στην Κερύνεια». Η πρόταση μου για χρηματοδότηση από το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου απορρίφθηκε δυο φορές, το 2007 και το 2008. Έτσι η έρευνα έμεινε στη μέση. Όσα στοιχεία τεκμηρίωσης παρουσίασα θεωρήθηκαν «παραμύθια». Προφανώς δεν είχα την ομολογία κάποιου πράκτορα μυστικών υπηρεσιών εμπλεκομένου στην υπόθεση.
Άξιο μνημόνευσης είναι το σκεπτικό ενός μέλους της επιτροπής αξιολόγησης των προτάσεων, του πρώην συγγραφέα και βουλευτή Πέτρου Τατσόπουλου:
«Η πρόταση στηρίζεται σε μια από τις πολλές θεωρίες συνωμοσίας γύρω από την κυπριακή τραγωδία. Εξαιρετικά ευαίσθητο εθνικά θέμα (και εισέτι ανοιχτό) για να «υιοθετήσει» αυτή τη θεωρία το ΕΚΚ. Ελλείψει μάλιστα οιονδήποτε τεκμηρίων καταντάει εγκληματικά επιπόλαιο.»
Κατά βάση η επιτροπή εξετάζει τις προτάσεις από καλλιτεχνική κι όχι πολιτική σκοπιά. Διαφορετικά ασκεί πολιτική λογοκρισία. Από τα 5 μέλη της επιτροπής μόνο ένα ψήφισε υπέρ, ο παραγωγός Βασίλης Λεοντιάδης. Οι άλλοι που ψήφισαν κατά είναι οι Γιώργος Κρασσακόπουλος, Δημήτρης Σοφιανόπουλος, Κατερίνα Ευαγγελάκου.
Αυτό το γεγονός εμπόδισε επιπλέον ταξίδια σε Κύπρο, Αγγλία και Αμερική για τη συγκέντρωση υλικού τεκμηρίωσης. Με ότι οπτικό υλικό κατάφερα να συγκεντρώσω με δικά μου μέσα και τη βοήθεια φίλων, έφτιαξα μια ωριαία ταινία με τίτλο «Σάντα Μπάρμπαρα». «Σάντα Μπάρμπαρα» ήταν το όνομα του πλοίου που μεταμορφώθηκε σε πειρατικό, έκανε τη δουλειά του, επέστρεψε στην Ελλάδα και σάπισε στο Πασαλιμάνι.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Την εποχή εκείνη κάποιος με πληροφόρησε για μια περίπτωση που η CIA χρησιμοποίησε το κάλυμμα μιας κινηματογραφικής ταινίας για μια μυστική επέμβαση. Ήταν η «Επιχείρηση Αργώ» που έλαβε χώρα στο Ιράν. Μετά την Ιρανική επανάσταση και πέντε χρόνια μετά τη διχοτόμηση της Κύπρου. Αυτή η ιστορία έγινε ταινία το 2013 από τον Ben Affleck, έκοψε πολλά εισιτήρια και κέρδισε Όσκαρ. Συμπτωματικά και σ αυτήν την επιχείρηση ήταν αναμεμιγμένο το όνομα της Columbia Pictures!
ΝΙΚΟΣ ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ